Η Θεσσαλονίκη ιδρύθηκε από τον Κάσσανδρο και έλαβε το όνομά της προς τιμήν της συζύγου του, Θεσσαλονίκης, η οποία ήταν ετεροθαλής αδελφή του Μεγάλου Αλεξάνδρου και κόρη του Φιλίππου Β΄ και της πέμπτης συζύγου του, της Θεσσαλής πριγκίπισσας Νικησίπολης.
Φαίνεται ότι είναι παλαιότερος καθώς ο άραβας γεωγράφος Idris το 1150 αναφέρει την πόλη ως Salunik (απ' όπου και το τουρκικό Selianik).
Ενώ κατά τη Ρωμαϊκή περίοδο, όπως φανερώνουν επιγραφές και νομίσματα, εμφανίστηκαν οι μορφές Θεσσαλονείκη και Θεσσαλονικέων [πόλις].
Οπως και οι Ιουδαίοι, που εγκαταστάθηκαν στην πόλη μετά την οθωμανική κατάκτηση και μιλούσαν την ισπανο-εβραϊκή λαντίνο, οι Βαλκανικοί σλαβικοί πληθυσμοί Σολούν (κυρ.
Ο τύπος Σαλονίκη (η), απαντάται στο Χρονικόν του Μορέως (14ος αι., στ.
Το όνομά της προέρχεται από τη σύνθεση των λέξεων Θεσσαλ?ν και Νίκη, σε ανάμνηση της νίκης των Μακεδόνων και του Κοινού των Θεσσαλών έναντι του τυραννικού καθεστώτος των Φερών και των συμμάχων τους Φωκέων, στο πλαίσιο του Τρίτου Ιερού Πολέμου.
Το όνομα απαντάται σε διάφορες μορφές αλλά με ελαφρώς παραλλαγμένη ορθογραφία και φωνητικές διακυμάνσεις.
Θεσσαλονίκεια είναι επιθετική μορφή, που βρίσκουμε στο έργο του Στράβωνα[4] και χρησιμοποιείται κατά τους ελληνιστικούς χρόνους ως ονομασία της πόλης, σχηματιζόμενη από το όνομα φυσικού προσώπου, όπως αντίστοιχα γινόταν για την Σελεύκεια από τον Σέλευκο, την Κασσάνδρεια από τον Κάσσανδρο, την Αλεξάνδρεια από τον Μέγα Αλέξανδρο κ.ά.
Από την ελληνιστική εποχή υπάρχουν και αναφορές με το όνομα Θετταλονίκη, κυρίως από τον ιστορικό Πολύβιο.